Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

ΑΓΓΕΛΟΙ, ΜΕΘΥΣΤΑΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΥΤΑΝΕΣ




- 10 ποιήματα -






ROBOT CITY

Τενεκεδένιοι άνθρωποι
Μετά τη δουλειά
Στο τενεκεδένιο ετούτο μπαράκι ανταμώνουν
Για ένα ποτό και κουβεντούλα
Κι’ ένα ακόμα ποτό και τραγουδάκι
Κι’ η τενεκεδένια γκαρσόνα τις κούπες γιομίζει
Ξανά και ξάνα
Κι’ έχει υπέροχα μάτια πράσινα
Κι’ οι τενεκεδένιοι άνθρωποι μεθάνε για χάρη της
Ξεχνούν τα τενεκεδένια τους βάσανα
Για λίγο γίνονται άλλοι άνθρωποι ανθρώπινοι
Για λίγο, αλίμονο, γιατί σε λίγο σημαίνει μεσάνυχτα
Κι’ οι τενεκεδένιοι άνθρωποι το διαλάνε...

Πω, πω, χάλια! παραπατάνε
Το δρόμο παίρνοντας για την τενεκεδένια τους κλίνη.



ΑΛΛΟΣ

Ένας άλλος
κοιμάται με την γυναίκα σου τώρα
Ένας άλλος
διαβάζει την εφημερίδα σου
καπνίζει το τσιγαράκι σου πίνει το καφεδάκι σου
Ένας άλλος
φοράει το παλτό σου το καπέλο σου
πηγαίνει στη δουλειά σου
τρώει το φαΐ σου
πληρώνει τους λογαριασμούς σου
ζει τη ζωή σου
Ένας άλλος
σε κυττάζει πίσω απ’ τον καθρέφτη· / και σε φτύνει.



ΠΟΜΠΗ ΚΩΛΕ΄

Μιανού ο κώλος παίζει το τρομπόνι
Μιανού άλλου ο κώλος παίζει την τρουμπέτα
Του χοντρού ο κώλος παίζει την τούμπα
Και παν... αργά...
αργά,
στο ρυθμό της πένθιμης κωλοφανφάρας

Ήταν σπουδαίος κώλος
ο κώλος αυτουνού που είναι μέσ’ στην κάσα.



ΜΙΜΙΚΟΣ ΚΑΙ ΜΑΙΡΗ

Πήγε στο σούπερ μάρκετ
Γυναίκα βρήκε
Στο ψυγείο με τα νωπά
Κυριακή την παντρεύτηκε
Στο φούρνο με πατάτες.



ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ

Πότιζε τα λουλούδια της
και νά, γίνονται χέρια
τα λουλούδια
γίνονται κάτι άντρακλες
ντούροι
νταβραντισμένοι
τα λουλούδια
γραπώνουνε την κυρά
σιμά τους την τραβάνε
τα λουλούδια
την κυρά ξεγυμνώνουν
της κάνουν έρωτα
έρωτα
τα λουλούδια
κι’ εκείνη
ω! εκείνη γίνεται ένα
με τα λουλούδια η κυρά
άνθος της τρισευτυχίας
αχ, η κυρά των λουλουδιών.



Ο ΑΝΘΡΩΠΑΚΟΣ

Είν’ ο ανθρωπάκος
που πάει στη δουλειά του
νωρίς το πρωί
με σηκωμένους ως τ’ αφτιά τους γιακάδες
με την ομπρέλα του, αμίλητος
με μια ομίχλη ντιπ λονδρέζικη γύρω του
ίδιος τάλε κουάλε ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης.

Το έκτακτο παράρτημα της εφημερίδας
γράφει για τ’ αποτρόπαια όνειρα της νύχτας του.



ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ

Ξημερώνει... Ώρα να πηγαίνεις.
Σιγά μαζεύεις το μπράτσο σου κάτω απ’ το κεφάλι της.
Ντύνεσαι βιαστικά, χτενίζεσαι, ανάβεις τσιγάρο
Να κοιμάται την αφίνεις
Δεν την αποχαιρετάς
Την πόρτα ωστόσο καθώς κλείνεις κοντοστέκεις
Μια τρυφερή ρίχνεις ματιά πίσω, ίσως κι' αναστενάζεις.

Η Ζωή! Όμορφη που ’ναι, σαν αγαπημένη
                                                                     της μιας νύχτας!

Τη σκάλα τώρα κατεβαίνεις
Και πεθαμένος χάνεσαι στο πλήθος μέσα των πεθαμένων.



ΒΡΟΧΗ ΜΕΤΕΩΡΙΤΩΝ

Κορίτσια πέφτουν
στην ουράνια απόψε γέφυρα ομορφιάς.

Ω! Οι μικρές μου στάρλετ
οι περσίδες που τις λέγαν οι παλιοί
Ωσάν άγγελοι με αποκαλυπτικά μπικίνι
Από λάθος φωτιά φλεγόμενες.

Ονειρεύονται καριέρες… πρίγκιπες…
Οι καϋμένες!
Απόψε λάμπουν μες στα σκότη της καρδιάς μας
Απόψε ζουν το παραμύθι τους.

Στο φινάλε, τί θ’ απομείνει
είναι γνωστό:
λευκή σάρκα ημερολογίου σε ένα ποίημα φαναρτζίδικο.



ΑΝΑΛΗΨΗ

Πηγαίνεις
βιαστικός
ως συνήθως
έγνοιες σε κυνηγούν
σκοτούρες
υποχρεώσεις
οι δαίμονές σου
και ξάφνου
η αναπάντεχη σκάλα μπροστά σου
ούτε που το σκέφτεσαι
πιάνεις κι’ ανεβαίνεις τη σκάλα
κι’ ανεβαίνεις
κι’ ανεβαίνεις
κόσμος μαζεύεται γύρω
(από κάτω)
έκπληκτοι
τα μάτια τους τρίβουν
τη σκάλα κανείς φυσικά δεν την βλέπει
η σκάλα υπάρχει μόνο για σένα
σε περνούν με συγχωρείς για βλαμμένο
κι’ εσύ
τους στέλνεις φιλάκια
δίκην ευλογίας
καθώς χάνεσαι μες στα σύννεφα
και τότες
απ’ το γιακά σε γραπώνει
ο χωροφύλακας
στη μέση του τυλίγεις το χέρι σου
και χορεύετε
και χορεύετε…
και χορεύετε
…βαλς στα σύγνεφα.



ΤΟ ΨΩΝΙΣΤΗΡΙ

Σα πέφτει η νύχτα
η ποίησή μας
Κοκότα
σωστή με τα όλα της
με το απαραίτητο τσιγάρο στα χείλη
με το εξίσου απαραίτητο τσαντάκι στον ώμο
σινάμενη βαμμένη στολισμένη
κόβει βόλτες στο στέκι της
στην πολύ φιλολογική μας οδό Σόλωνος
και τα γύρω στενά…

Ήταν κάποτε μι’ αθώα παιδούλα.
Κι’ εμείς – αγόρια
άβγαλτα μαθές ακόμα, δεν δείχναμε και τόσο "μούτρα".


( Για τους τύπους: )

Η κοινή ανάγνωση πάει 5 ευρώ.
Αν μου θέλετε τίποτε σχόλια φιλολογικά και κολπάκια, 10 ευρώ αλλά πού ’στε, ό,τι γουστάρετε εκτός από φιλί στο στόμα.






  

                                    




ΣΗΜ.: Το "Μπαλκόνι" (ή Eρωτικό μπαλκόνι) πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Πλανόδιον. Η "Βροχή Μετεωριτών" στο περιοδικό Οροπέδιο. 
Η "Ανάληψη" στο περιοδικό Φαρφουλάς, με υπότιτλο μάλιστα: Mε τον τρόπο του Σαρλώ.



Βίντεο: Το Frère Jacques, σε διασκευή Γιάννη Σπανού, όπως χρησιμοποιήθηκε και στην ταινία "Καλώς ήρθε το δολλάριο". 
(Δεν βρήκα δυστυχώς διαθέσιμη στο ΥΤ τη σχετική σκηνή, οπού μου αρέσει ο φακός που ζουμάρει στην τρύπια κάλτσα του Ανρύ του καλλιτέχνη...)


                                 




Οι φωτογραφίες είναι βεβαίως του Brassaï 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου