Αχ, τί ωραία που ήτανε τότε με τους κολικούς της πρώτης
μου κόρης, της Ρόζας. Την έπαιρνα αγκαλιά, στον ώμο μου συνήθως, και γυρνάγαμε
πέρα δώθε στην αυλή και στο σπίτι, εκείνη κλαίγοντας σπαράζοντας κι’ εγώ
τραγουδώντας μες στην καλή χαρά:
Συνήθως κάνα ρεμπέτικο παλιό –
«Στη γειτονιά μου ένα κουτσαβάκι τον έχει πάρει ψηλά τον
αμανέ και μου ξηγιέται ο βλάμης με μεράκι κι’ όλο ζητάει να του πω εγώ το
ναι...»
«Έλα και στρίβε τώρα λόγια μη ξηγιέσαι μ’ απονιά, για θ'
ακουστούνε μοιρολόγια για τα σε στη γειτονιά...»
Κ.τ.λ. κ.τ.λ.
Της άρεζαν, αν σταμάταγα να τραγουδάω ξεκίναγε το κλάμα
πάλι.
Αυτοσχεδίαζα και διάφορα δικά μου. Αυτό π.χ., το οποίο
είναι ευρωπαϊκό, βαλσάκι, τώρα το θυμόμαστε πότε-πότε και γελάμε:
Έχω ένα όνειρο μικρό
έχω ένα βάσανο μικρό
έχω ένα τόσο δα μικρό, τόσο όμορφο
μωρόοοο...
Έχω δυο πελώρια αφτιά
έχω και στους ώμους μου φτερά
ξέρεις πως ο γάϊδαρος πετά, ναι ο
γάϊδαρος πετάααα...
Έχω και μια γαϊδουροφωνή
να σου λέω κάθε πρωΐ ότι σ' αγαπώ πολύ...
/ υ-υ-υ-όοοοοο!
Της έλεγα ωστόσο και παραδοσιακά παιδικά βεβαίως,
εξυπακούεται, με τον τρόπο μου πάντα:
Με τα δυο χεράκια
πλάθω ανθρωπάκια
πλαστικά ανθρωπάκια
άγρια πλασματάκια
πάνω στο τραπέζι
νάτος ο μπαμπάκας
καρφί στη πλαστελίνη
πάει ο μπαμπάκας!
(Τώρα αναρωτιέμαι γιατί μου βγήκε φρικιό το κωλόπαιδο...)
*
Επ’ ευκαιρία, ένα λίγο μεταγενέστερο που έγραψα όταν πια
είχε λίγο μεγαλώσει η Ρόζα και το θυμήθηκα αίφνης στην ντροπ-άουτ πρωτοχρονιά
που οργανώσαμε με τον Μπίλη τον Χάντσμπακ και τ’ άλλα τα μεγάλα τα παιδιά στο
Φάληρο. Είναι ροκεντρόλ αυτό. Έτσι όπως παίζαν τις κιθάρες τα παιδιά, το
θυμήθηκα κι’ άρχισα να το τραγουδώ:
Η Μπάρμπι πέταξε
η Μπάρμπι πάει, πάει, πάει (δις)
Γειά-χαρά σου baby
Μωρό μου bye-bye-bye
Όχι δεν λυπάμαι
Όχι δεν πονώ
Μόνο που συννέφιασε λιγάκι ο ουρανός μου
Γιατί η Μπάρμπι πέταξε η Μπάρμπι πέταξε
και πάει
Γειά-χαρά σου baby μωρό μου bye-bye-bye
Κιθάρες έχουν γίνει
του υπόνομου οι σχάρες
Σαξόφωνα βραχνά
τα λούκια της βροχής
Και τύμπανα η καρδιά μου
νταπ-νταπ και ντουπ-τζαζ-τζιν
Στο νάϊτ-κλαμπ μάγουλό μου δυο δάκρυα
χορεύουν
μπούγκι-μπούγκι
So, bye-bye-bye,
baby bye-bye (δις)
Γειά-χαρά σου baby
Μωρό μου bye-bye... bye.
*
Στην ντροπ-άουτ πρωτοχρονιά είχαμε μαζί μας τις μικρές,
την Γιασεμή μου και την Ανδρομάχη της Μαριάνθης. Πολύ το φχαριστηθήκανε το ροκενρόλ
της Μπάρμπι. Κατενθουσιάστηκαν. Μόνο που το «πέταξε» το λένε «πέθανε» κι’
επιμένουν πως έτσι είναι το σωστό.
Στα χαρτιά μου σήμερα βρήκα κάποιους ακόμα στίχους γι’ αυτήν
την Μπάρμπι.
Ωχ,
ωχ, άρρωστος είμαι παιδιά
τα
καράβια μου πέσανε έξω (δις)
Φορτωμένα
τα καράβια μου ήτανε χασίσι
Γι’ αυτό
μαστουρωμένα είναι τώρα τα σκυλόψαρα
Ωχ,
ωχ, τ’ όχι μου είπε η Μπάρμπι
δεν
έχει νόημα λοιπόν να ζω
Ξάπλα
στο πάτωμα και κάνω το ψοφίμι
δεν
έχει νόημα πια για μένα η ζωή
Δεν
είμαστε καλά, δέστε ένας γύπας
ήρθε
και κάθισε στο παραθύρι μου ο παλιόπουστας
Ωχ,
ωχ, τ’ όχι μου είπε η Μπάρμπι
τρέχουν
τα σάλια του παλιόγυπα
Να
μου την πέσει έτοιμο είναι τ’ όρνιο
κι’
εγώ την κατσαρόλα να βράζει έβαλα
Απόψε
γύπα λεμονάτο να δειπνήσω λέω
μαζί
με της γλυκειάς μου Μπάρμπι τη χυλόπιττα.
Η Ρόζα με τον μπαμπά της, τον σκύλο Λένγκω και την γάτα Ρουσσώ. |
ΥΓ. Ααααααα! Ξέχασα επίσης να πω ότι αφού πήγαινα 3-5 ώρες πέρα-δώθε πασκίζοντας να καλμάρω το παιδί, μόλις μου αποκοιμιόταν έβγαινε μια γιαγιά απ’ το μπαλκόνι της δίπλα πολυκατοικίας και μου έλεγε η καλή μου:
– Κοιμήθηκε; Μπράβο, τρεις ώρες το ξεμάτιαζα!
Μερικές φωτογραφίες ακόμα: στιγμιότυπα από το πρωτοχρονιάτικο ντροπ-άουτ, από μια μεσημεριάτικη ποιητική μας εσπερίδα στο Άλσος Συγγρού κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου