Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2018

Ο Πρωτάρης


Στον Βάσο τ’ αφιερώνω αυτό, 
που μου έδωσε την αφορμή μ’ ένα ποστ του στο facebook




22




«22 Ποιήματα»


Αυτή είναι η πρώτη πρώτη μου ποιητική συλλογή, Αθήνα 1982.
Την έβγαλα στο τυπογραφείο μιανού μακρινού συγγενή, σχεδόν τζάμπα, μόνο το χαρτί. Τον είχα μάλιστα βοηθήσει κι’ εγώ ο ίδιος στην στοιχειοθεσία, μάλιστα με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο – εξ ού και πάμπολλα λάθη που μας (μου) ξέφυγαν στην διόρθωση των δοκιμίων λόγω ενθουσιασμού, χώρια η απειρία μου και για νάμαι ειλικρινής η κακή μου ορθογραφία.
(Ούτε μια απόστροφο δεν έβαλα, μάλλον δεν την έβρισκα κι’ είπα χέσ’ τες, τί να τις κάνουμε;!)
Βγάλαμε 200 αντίτυπα. 
Είχα θυμάμαι διαβάσει ότι ο Καρυωτάκης έβγαλε το πρώτο βιβλίο του σε 300 αντίτυπα, μόνος του κι αυτός σαν εμένα! Το λοιπόν εγώ θα βγαζα 200.
Περιττό να πω βέβαια για την συγκίνησή μου, μόλις το παρέλαβα, φρεσκοτυπωμένο κ.τ.λ.
Και τώρα τί κάνουμε;  Τώρα μετράμε τα λεφτά μας και στέλνουμε το βιβλίο σιγά-σιγά στα περιοδικά και τις εφημερίδες, και σε κάποια ονόματα που γνωρίζουμε κι’ εκτιμούμε και τα οποία φυσικά τω καιρώ εκείνω μπορούσαμε να βρούμε μόνο μέσω των περιοδικών ή ξερωγώ. Φυσικά μοίραζα αντίτυπα και στους φίλους. Στα βιβλιοπωλεία έκανα μια-δυο κρούσεις, απογοητεύτηκα κι’ είπα άσε.
Ώσπου κάποια στιγμή, μια φίλη, το Σοφάκι με την στραβή μύτη, το Σοφάκι απ’ την Νομική, με την οποία πρέπει να ήμουν ψιλοτσιμπημένος αλλά μ’ άλλες πήγαινα, μ όλες πλην αυτής, με παίρνει απ’ το χέρι και μου λέει πάμε στην Δωδώνη, ξέρω τον Γκανά! Στην Δωδώνη ήμουν πελάτης τακτικότατος, κι’ ίσως γι’ αυτό ψιλοντρεπόμουν να κάνω κρούση. Τον δε Γκανά δεν τον ήξερα ακόμα ως ποιητή παρά ως υπάλληλο της Δωδώνης κι’ απλώς φατσικώς που λέμε.
(Ίσως την θυμούνται οι Καννίβαλοι την Σοφία... Σύχναζε κι’ αυτή στο Ρυ ντε Μαρσέϊγ... Καλό κορίτσι!)
Ο Γκανάς λοιπόν πήρε πρόθυμα 5 αντίτυπα αν θυμάμαι καλά για το βιβλιοπωλείο και μάλιστα για ένα μικρό διάστημα τα είχε φάτσα κάρτα στον πάγκο πριν τα στριμώξει στα ράφια.
Στο μαγαζί πήγαινα κανονικά, τακτικά, όποτε μου το επέτρεπαν τα οικονομικά, δεν ρώταγα αν πουλήθηκε τίποτα. Ώσπου μια μέρα, μπαίνοντας εγώ, μου κάνει ο Γκανάς: – Πουλήσαμε ένα αντίτυπο!
Σκοτείνιασε ο τόπος! 
Ωραίο σκοτάδι... αλλά σκοτάδι! Όπως το λέω.

Έχω μέσα στο κεφάλι μου τον ακόλουθο διάλογο, αλλά δεν ξέρω κατά πόσο είναι πραγματικός:
– Ξέρεις (ξέρετε... δεν ξέρω σε τί βαθμό ευγενείας μίλαγα...) ποιος το αγόρασε;
– Δεν τον ξέρω! Ένας τύπος που μοιάζει με τον Τζων Μάγυαλ!
Μάλιστα αυτός ο διάλογος αν διεξήχθη στ’ αλήθεια πρέπει να διεξήχθη μεταξύ εμού και μιας πωλήτριας, όχι ο Γκανάς. Κι’ η εν λόγω πωλήτρια μάλιστα μου είπε:
– Είναι μπασίστας σε μια μπλουζ μπάντα, λατρεύει τους Σοφτ Μασίν και μου είπε ότι σας ξέρει...

(Το μυαλό μου δεν πάει πουθενά, επαναλαμβάνω δεν ξέρω αν είναι αληθινό αυτό το επεισόδιο αλλά μάλλον είναι...)

Τέλος πάντων, για να τελειώνουμε, ως πρωτοεμφανιζόμενος πούλησα 1 (ένα) ολόκληρο αντίτυπο και είμαι γι’ αυτό πανευτυχής.





Υποσημειώσεις:

1) Ναι, πούλησα ένα αντίτυπο! Δεν θυμάμαι, εισέπραξα τα ποσοστά μου; Έμεινα, πρέπει να αγοράσω τσιγάρα.

2) Η ποιητική συλλογή και καλά τιτλοφορούνταν 22 ποιήματα, μόνο που είχε 21 ποιήματα μέσα... Απάτη! Ουαί! Σικέ! Τα λεφτά μας πίσω!
Ίσως, λέω ίσως, υπονοούσα ότι υπάρχει κι ένα ποίημα άγραφο συν, οπού διέπει κι όλα τα γραμμένα!
Πωω! Τ είπα τώρα! Ανά και τρίχιασα μόνος μου! 
Το πιθανότερο ωστόσο είναι ότι έτσι τιτλοφόρησα την ποιητική συλλογή διότι τω καιρώ εκείνω έπινα τα 22 αντινικότ και παρεσύρθην, τσιγαράκι καλόν και με τί πακετάκι ωραίο, μαγκιόρικο, μπλου, μπι και λου.
Ακόμα πιο πιθανό, εννοείται, από λάθος μέτρημα. Συμβαίνουν αυτά!








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου