Εγώ τους συμπαθάω πολύ τους παπάδες, εννοώ τους απλούς
και ταπεινούς παπάδες δεν μιλάω για τους τραγόπαπες κλπ.
(Γίνεται αυτές τις μέρες ντόρος μεγάλος απ’ αφορμή την
συμφωνία Πρωθυπουργού-Αρχιεπισκόπου περί διαχωρισμού Κράτους-Εκκλησίας, μια
συμφωνία την οποία δεν έχω καταλάβει για να είμαι ειλικρινής, δεν γνωρίζω ακόμα
λεπτομέρειες κλπ. κλπ.)
Όσοι με γνωρίζετε, όσοι έστω με διαβάζετε, ξέρετε πως δεν
είμαι και πολύ της θρησκείας.
«Μπασκίνας και παπάς, είναι σαν το κάρβουνο: αναμμένος
καίει, σβυστός λερώνει», μ’ αυτή την ορμήνια της γιαγιάς Θοδώρας μεγάλωσα.
Και στις πρώτες αλητείες μου, με τους φίλους σα βλέπαμε
μπάτσο ή παπά, «πάρ’ τον παπά» λέγαμε αλληλοκαταχεριζόμενοι…
Σύντομα βέβαια αλλάξαμε τροπάρι. Η φιλία είναι στοργή! Σα
βλέπαμε μπάτσο ή παπά ρίχναμε σύρμα:
«Πιάσ’ τ’ αρχίδια σου!»
(βλ. εικόνα)
Η λ. «παπάς»
Εγώ όταν ακούω την λέξη παπάς σκέφτομαι:
1ον) τους παπατζήδες! σπουδαίοι καλλιτέχνες
του δρόμου, ουδεμία σχέση με τους γραφειοκράτες ομότεχνούς τους στα διάφορα οικονομικά
επιτελεία της κυβέρνησης κλπ.
2ον) τα εκπληκτικά σόλο διάφορων φίλων μας ή
άλλων διάσημων μουσικών!
(«Μα έτσι και δεν δούλευα θα τρώγαμε παπάδες», λέει ο
Γιοκαρίνης στον Νοσταλγό του απολογούμενος για τη δουλειά στα σκυλάδικα…*
«Πωωώ! παπάδες παίζει ο Κωστής», λέγαμε εμείς όταν έπαιζε
ο Κωστής…
κ.τ.λ. κ.τ.λ.)
*
Εγώ αγαπώ τους παπάδες.
Αγαπώ τον παπά Παντελή, τον γέρο της φίλης μου της Ελένης
της Σκάβδης.
Αγαπώ τον παπά Αντρέα, τον άντρα της φίλης μου της Ελένης
της Ζάχαρης.
(Τί διάβολο, όλες οι Ελένες σχετίζονται με παπάδες κάπως;!)
Αγαπώ επίσης τον παπά Σήφη, το παπά που βάφτισε την
μεγάλη μου κόρη, ωραίος, γκέϊ, κουνιστός κιόλας, όχι σκέτος, πάσκιζε η Όλγα, η
μάνα της Ρόζας, ζωγράφος, να του πιάσει κουβέντα μπας και του δώσει καμμιά
αγιογραφία καλοπληρωμένη για την εκκλησία του Άγιου Παντελεήμονα Μαραθώνος αλλά
ο παπά-Σήφης ενδιαφερόταν πιότερο για την ποίηση!
Και να μην ξεχάσω:
Απ’ όλους πιότερο αγαπώ τον παπά Τζου ή Τζούφιο, ψευτο-πρώην
μοναχό στα Ιεροσόλυμα, οπού συγκατοικούσαμε τρόπον τινά ένα φεγγάρι στο Χοτέλ “Βεργίνα”
στην πλατεία Βάθης, μαζί με πόρνες και τοξικομανείς, ωραίος τύπος, κέρδαγε τα προς
το ζην πουλώντας στα κορόϊδα ορίτζιναλ τίμιο ξύλο, πιο ορίτζιναλ δεν γίνεται, σας
το εγγυώμαι εγώ, τον βόηθαγα να το συσκευάσουμε…
*
Θυμάμαι, επίσης, μου έλεγε μια ιστορία ο μπάρμπας μου ο Κλέαρχος,
απ’ τα παιδικάτα του στο χωριό – Κανάλια Καρδίτσης. Τους έκανε κήρυγμα ο παπάς
και πάσκιζε να τους νουθετήσει... Ρεμάλια, τα χέρια έξω απ’ τα σεντόνια όταν
πέφτετε στο κρεββάτι!
– Παπούλη, του κάνει ο Κλεαρχάκος, να σε ρωτήσω εσύ άμα
κοιμάσαι τα γένια τα έχεις μέσα ή έξω απ’ τα σεντόνια;
Την άλλη μέρα μόλις βλέπει τον Κλεαρχάκο στην πλατεία ο
παπάς τον παίρνει στο κυνήγι:
– Συφοριασμένε, μάτι δεν έκλεισα οληνύχτα, σκεφτόμουν τα...
γένια μου!ΥΓ.
ΜΟΡΤΙΚΑ ΠΑΠΑ ΜΟΥ!
Θυμάμαι μια ιστορία που κάπου αναφέρει ο Ηλίας Πετρόπουλος. Είχε λέει επισκεφθεί τις Φυλακές Ανηλίκων, συνοδεύοντας έναν παπά. Συζητήσεις με τους ιθύνοντες, μπλα-μπλα, χασμουριέται ο Πετρόπουλος. Βγαίνουν όλοι μαζί στο προαύλιο. Στέκουν μπρος σ’ έναν πιτσιρικά. Ο παπάς τον ρωτάει.
– Τέκνον μου, πώς τα περνάς εδώ;
– Μόρτικα παπά μου! του κάνει ο πιτσιρικάς...
Υποσημειώσεις:
1) Πιστεύω ότι οι ροκάδες που δούλεψαν στα σκυλάδικα κάναν μεγάλο κακό στην εξέλιξη του σκυλάδικου ήχου. (Θα επανέλθουμε...)
2) Πρόσφατα έγραψα σε κάτι που έγραψε ο φίλος μου ο Μπιλ ο Καμπούρης: Φίλε μου, γράφεις παπάδες! Πράγματι, προτιμώ την αργκό των μουσικών από τις περικοκλάδες των φιλολόγων...
(*) Η φωτό με τον μάγκα οπού πιάνει τα αρχίδια του είναι ένα σκίτσο του Τάκη Σιδέρη, από τα Ρεμπέτικα του Ηλία Πετρόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου