Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Σχολή Πλοιάρχων (ή Βαρκαρόλα)



Τα λέγαμε με τον ποιητή Χρήστο Ζάχο τις προάλλες και θυμήθηκα αυτή την ιστορία, την οποία και του την αφιερώνω διότι είναι τσίφτης.

Αρχές δεκαετίας '80, επισκέφτομαι το φιλαράκι μου τον Αλέκο τον Μπόλοξ που βρίσκονταν σε μια νευρολογική κλινική για ξεκούραση. Είχε φάει μια ήττα μεγάλη προσφάτως. Τέλος πάντων. Ήταν πολύ χαρούμενος ο Μπόλοξ στην Κασταλία, εδώ περνάμε πολύ ωραία μου λέει. Μου γνωρίζει και τον συγκάτοικό του, ένα παλικαράκι εντελώς παλαβό. Δεν θυμάμαι το όνομα του παλικαριού. Ας τον πούμε Λαυρέντη. Είχε και μια κιθάρα μάλλον ξεκούρντιστη και του άρεζε να τραγουδάει. Το μεγάλο σουξέ του Λαυρέντη ήταν η "Βαρκαρόλα", το γνωστό ποίημα του συνονόματού του Laurent Tailhade που είχε μεταφράσει ο Καρυωτάκης.


Κυριακή. Σ' ένα βαπόρι
στριμώχτηκαν μπουρζουάδες.
Ξεφωνίζει κάθε αγόρι,
ξεμυξίζουν οι μαμάδες.

Τα σκυλιά δε λογιαράζουν
ο Σηκουάνας πόχει πνίξει,
δε φοβούνται, διασκεδάζουν
την ευγενική τους πλήξη.

"Ω, τι ζέστη, Θεέ μου, βράζει!"
βεβαιώνουν οι κυρίες,
κι επιπόλαιες κι γελοίες,

ξεκουμπώνοντας με νάζι
τα χυδαία ντεκολτέ τους,
διευκολύνουν τους εμέτους.

Στην παρέα μας, στον υπέροχο κήπο της κλινικής, ήταν και ένας γέρος παραμορφωμένος, πλακουτσομύτης. Πιάνει ο Λαυρέντης την κιθάρα, παίρνουμε κι' εμείς ότι κλαπατσίμπαλο υπήρχε διαθέσιμο εκεί γύρω, λεκάνες κλπ. κι' αρχινάμε όλοι μαζί - Λαυρέντης, Μπόλοξ, Μπασιάκ και Πλακούτσος - με πάθος περισσό το τραγούδι.
Με κύτταζε η νοσοκόμα κι' αναρωτιόταν μην είμαι κι' εγώ τρόφιμος της κλινικής.





















        







Βάνω κι' ένα βιντεάκι που πολύ μ' αρέσει, και ταιριάζει με την περίσταση: Θου Βου παρακαλώ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου