Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Οι Καννίβαλοι της οδού Μασσαλίας



Θυμάται ο φίλος μου ο Ντίνος:
– Υπήρχε ένα υπόγειο cafe-bar, πιο πολύ μπιστρώ θα το έλεγες, λεγόταν Rue de Marseille στην οδό Μασσαλίας, δυο βήματα απ’ τη Νομική Σχολή… Είμαστε στο 1981, πρώτο έτος στο Οικονομικό κι εκεί ξημεροβραδιάζαμε μια ομάδα νέων που συνεχώς μεγάλωνε. Ψάχνοντας για στέκι στα πέριξ της σχολής –για να ’χουμε το νου μας όταν γίνεται κάτι– κατέβηκαν κάποιοι μια μέρα τα σκαλιά κι’ από τότε για δυο-τρία χρόνια έγινε τόπος συνάντησης. Όποτε και να πέρναγες απ’ το πρωί ως αργά τη νύχτα κάποιος θα ήταν εκεί και θα έπινε: ο Ρόρυ, ο Μπασιάκ (σ.σ. γειαχαραντάν!), ο Σπύρος, ο Φώτης, ο Ηλίας, η ομάδα του Αγρινίου, Γιώργος, Τζίμης, Στέφανος, η Ντομινίκ, η Κλεονίκη, οι αδερφές Νάνσυ και Χριστίνα, η Άντα, το Μαράκι με την Χριστίνα και διάφοροι άλλοι και άλλες που έρχονταν κατά καιρούς και χάνονταν. Ονομαστήκαμε Καννίβαλοι. Μοιραζόμασταν τσιγάρα, αλκοόλ, ποίηση, πολιτικές σκέψεις, πορείες, καταλήψεις, εξετάσεις, φαΐ της επαρχίας, αντιγραφές, συσσιτικά κουπόνια, μέρες και νύχτες. Τότε το μαγαζί έπαιζε κασσέτες, κινητά δεν υπήρχαν, άφιλτρα Sante και Άσσος, στίχοι σε τετράδια στα τραπέζια, κονιάκ πεντάρι Μetaxa και ρεφενέ το περίσσευμα. Η ιστορία κράτησε κανά τριάρι χρόνια, μετά άρχισε το αραίωμα μέχρι που έσβησε. Κάποιοι/-ες έμαθα χάθηκαν για πάντα, άλλοι ζουν στην επαρχία κι άλλοι είναι ανάμεσά μας στην μεγάλη μας πόλη…

Ντίνος Γιαννακογιώργος




Οι Καννίβαλοι – Ο Ρόρυ, η Ντομινίκ, ο Στέφανος, ο Κωστής, του λόγου μου, βότκα, 
Μαγυακόφσκι στο τραπέζι, αφίσες στον τοίχο... φοιτητικό δωμάτιο...


Παρεμπιπτόντως


Αναρωτιέμαι πού έμενα όντας φοιτητής. Η Μαρία πρόσφατα μου είπε πως ο Τζίμης από το Αγρίνιο έμενε δίπλα στο σπίτι μου αλλά εγώ θυμάμαι να περπατάω χιλιόμετρα για να τον επισκεφθώ...


Οι Καννίβαλοι 30 χρόνια μετά, στο ταβερνάκι τρώγοντας...

*

Η Έφη. - Την θυμάται άραγε κανείς; Ήταν μια ξανθιά καλλονή ονόματι Έφη, Ευφημία δηλ., σπουδάστρια στην Θεολογική, που συνέχεια έλεγε κουλ δικέ μου, κι ο Ιησούς ήταν κουλ! Τί να απέγινε; Δεν πιστεύω να την φάγαμε... Δικιά μας ήταν κι αυτή.



Το πατιρντί της Ζαΐμη


Εκείνη τη μέρα, οι Καννίβαλοι είχαμε γευματίσει καλά σ’ ένα εστιατόριο στην Ζαΐμη που δεχόταν κουπόνια φοιτητικά. Είχαμε πιει κιόλας κρασάκι ωραίο. Τραβάγαμε τώρα κατά την Πλατεία. Καθ’ οδόν, ο Γιώργος βγάνει ένα μαρκαδόρο και κάτι γράφει καννιβαλικά σε μια είσοδο κατοικίας. Αίφνης πετάγονται 2-3 μαντράχαλοι απ’ το πουθενά, από ’να κατάστημα.
Φωνές... α, ου. Πιανόμαστε στα χέρια.
Τις φάγαμε μια χαρά.
Ένας μουστάκιας με έχει βάλει κάτω κι’ είναι έτοιμος να μου την ανάψει.
Φασίστα, χουντικέ! του κάνω
Κι’ – ω του θαύματος! – μαζεύεται ο μουστάκιας. Παίρνει ένα ύφος γελοίο, απερίγραπτο.
Τώρα γιατί με λες χουντικό, μου κάνει. Με πληγώνεις! Εγώ είμαι αριστερός, προοδευτικός. Εγώ ΠΑΣΟΚ ψηφίζω!
Παιδιά αφίστε τους, κάνει ο μουστάκιας στους δικούς του και αποσύρονται στο μαγαζί, – το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, νομίζω σχετίζονταν με ηλεκτρονικούς υπολογιστές σε μια εποχή λέμε τώρα που οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές χρησιμοποιούνταν μόνο για τα ταξίδια στο φεγγάρι.
Μείναμε.
Τους κυττάγαμε, τινάζοντας τη σκόνη από πάνω μας...
Μια χαρά! –
Να έχουμε να θυμόμαστε.

Τα γράφω αυτά για να μην σχηματίσετε την λανθασμένη εντύπωση ότι οι Καννίβαλοι μόνο κουταμάρες ξέραμε να κάνουμε και να τραβιόμαστε εν συνεχεία στα αστυνομικά τμήματα για «εξακρίβωση» κ.τ.λ.


Προεκλογική αφίσσα των Καννίβαλων


Κι ένα τραγουδάκι, για την περίσταση, ο Αχιλλέας Πανυπέρης τραγουδά το Μεσιέ Καννιμπάλ. Σκηνή από την περίφημη ταινία Αλδεβαράν του Ανδρέα Θωμόπουλου.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου