1.
Το ’81 λοιπόν έμενα
σ’ ένα ημιυπόγειο θλιβερό, τέρμα Μεθώνης, μαζί με τον φίλο μου τον Μπόλοξ και μια
Ρεγγίνα.
Με τον Μπόλοξ
είχαμε μόλις γνωριστεί σε κάτι κρατητήρια…
Τακιμιάσαμε
με τη μια.
Η ανήσυχη,
αντισυμβατική νεολαία των early 80s.
Δυο στρώματα
στο πάτωμα, ένα παλιό γραφείο το οποίο είχε αφίσει ο προηγούμενος ένοικος, πολύ
κυριλέ, η ποίηση του Ρεμπώ, που μας χρησίμευε κι’ ως προσκεφάλι – αυτό ήταν το
νοικοκυριό μας. Και μια αφίσσα του Ντύλαν στον τοίχο.
Μια ωραία
πρωΐα σκάει μούρη ο Νίκος Κ., παλιός μου συμμαθητής, απ’ τα καλόπαιδα κείνα που
πίστευαν πως «αμφισβήτηση» δεν γίνεται χωρίς ζαπρέ.
Στέκει μπρος
στην αφίσσα.
– Τί το θέτε
εδώ αυτό το παλιοκομμούνι, μας κάνει.
Έφυγε με
μαυρισμένο μάτι και δεν ξαναγύρισε.
(Ή ίσως
ξαναγύρισε, όταν είχαμε κι’ εμείς σκορπίσει…)
Η Μαρία λέει
πως 2-3 χρόνια αργότερα ο Κ. εθεάθη στα στέκια της Πεντέλης και του Χαλανδρίου.
Είχε ακόμα μαυρισμένο μάτι.
2.
Το Σεπτέμβρη
είπαμε με τον Μπόλοξ να πάμε στη συναυλία του Γκάλαχερ, στη Φιλαδέλφεια. Ήταν
κι’ η Μαρία εκεί, με εισιτήριο, δεν το ήξερα – ούτε την Μαρία ήξερα. Εμείς δεν
είχαμε εισιτήριο. Την ώρα που φτάνουμε, έχουν ήδη ξεκινήσει τα επεισόδια.
Δακρυγόνα, κυνηγητό μες στο άλσος.
Πηλαλάμε.
Μου λέει ο
Μπόλοξ: – Εδώ!
Πηδάμε μια
φράχτη κι’ ασφαλείς καθόμαστε χάμω σκασμένοι στα γέλια.
Σε μια στιγμή
γυρνάω και βλέπω από πάνω μας μια καμήλα να μας θωρεί μ’ ένα βλέμμα νυσταλέο
και βλακώδες.
ΥΓ.
Ο Μπόλοξ.
Ένας γνήσιος
μπήτνικ.
Μπήτουλας.
Έμαθα πως
πέθανε πρόσφατα, πάει, καπούτ, από Aids λέει.
Μια ζωή
τρέλλες αυτό το παιδί.
Μου το είπε
που του το είπαν ο Τασούλης ο Τουρίστας, απ’ την
μεγάλη παρέα των Προπυλαίων – τον οποίον είχα από τότε να τον ιδώ και τον είδα
τις προάλλες περνώντας απ’ τα Κανάρια, που έπινε νερά παρέα με τον Τζίμη τον
Ευθυμίου…
Πολύ
λυπήθηκα, ρε. Λυπήθηκα, στεναχωρήθηκα.
Αντίο
Αλέξανδρε.
Σ’ έψαχνα και
δεν σ’ έβρισκα πουθενά.
Δεν θ’
ανταμώσουμε ξανά ποτέ, μια και δεν πιστέψαμε ποτέ τα παραμύθια της θρησκείας,
εγώ τουλάχιστο, αλλά θα σε θυμάμαι πάντα με αγάπη.
*
Εκείνο
τον καιρό και γενικώς ο Μπόλοξ έκανε πολύ παρέα και με τον Σταύρο τον Αντωνίου,
συγγραφέα και μεταφραστή του Κέρουακ και του Φερλινγκέτι, ο οποίος έμενε σε ένα άλλο ημιϋπόγειο
στην οδό Οικονόμου, γείτονας δηλαδή. Πολλή υγρασία και πολλά βιβλία, περισσότερα
δεν είχα δει σε σπίτι ίσαμε τότε, ντάνες στο πάτωμα ίσαμε το κεφάλι μου το
πάνω. Τον είχε δάσκαλο αγγλικών παλιότερα, μα τα λέγαν κιόλας, μιλούσαν για ποίηση, για τον Ρεμπώ. Ο Αλέκος ο Μπόλοξ στα 14-15 αποφάσισε πως δεν του αρέσει το σχολείο και θέλει να ζήσει σαν αλάνι, με ποιήματα και αναρχία. Ο δάσκαλος επικρότησε την απόφαση του νεαρού μαθητού του και τον στήριξε, τον αγκάλιασε. Ίσως είχαν και μια τρυφερή σχέση οι δυο τους, ίσως πάλι κι’ όχι...
Εφ. Μακεδονία και Ριζοσπάστης. Τα φύλλα τα βρήκα σε ψηφιακή μορφή, δυστυχώς δεν βρήκα την Βραδυνή που μας είχε πρωτοσέλιδο και με φωτογραφίες παρακαλώ.(Λέω δυστυχώς διότι ελάχιστες φωτογραφίες έχω από κείνους τους καιρούς...)
Ο Μπόλοξ, εγώ, η Χρυσούλα απ' την Λειβαδιά, ένα παλικάρι άσχετο μάλλον με τα επεισόδια, ο Ζερβός που έχασε το μάτι του από κλομπ.
Πορεία συμπαράστασης στους φυλακισμένους στον Κορυδαλλό. Είχε αυτοκτονήσει ένας Ξυράφης, ποινικός, κι' είχαν ξεκινήσει απεργία πείνας οι Κυρίτσηδες, ο Ζυρίνης με την Μπερτράν κ.ά.
(Μακελειό, μια μέρα πριν την εθνική μας εορτή. Μας λιανίσανε. Ο "Ρ" μιλάει και για πυροβολισμούς - το είχα ξεχάσει...)
Στην Ασφάλεια Πειραιώς, μασάζ κ.τ.λ.
Ωραία ήτανε! Μας είχαν στο ίδιο κελλί με κάτι νεαρούς τσιγγάνους που τους πιάσαν να κάνουν πλιάτσικο στους πρόσφατους σεισμούς του Φλεβάρη... κλπ. κλπ. κλπ.
Τα εισιτήρια της Μαρίας και του Ξέπ για την συναυλία του Γκάλαχερ.
Ο Ξεπ τώρα είναι καλόγερος στις ερημιές.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου