Στέκω με δέος μπρος στα
νεοκλασσικά, όσα ακόμη έχουν μείνει – δεν αποχαρακτηρίστηκαν με περίεργες
συνοπτικές διαδικασίες για να τα ρίξουν οι μηχανικοί της νέας Αθήνας. Ακόμα κι’
αυτά που έχουν εγκαταλειφθεί και ρημάζουν, αποπνέουν έναν αέρα αρχοντιάς. Πολύ
τα θαυμάζω, μά το ναι. Τσαρδιά πρώτης!
Τι ωραία που θα ’τανε να
μένω εδώ!
Αυτό σκέφτουμαι στέκοντας μπρος σε κανένα από δαύτα.
(Υπενθυμίζω πως έχω εκτός
των άλλων και μια φλέβα μπουρζουάδικη…)
Αλλά κι’ όλα τα σπίτια μ’ αρέσουν:
Τα προσφυγικά, να μη πω περισσότερο κι’ απ’ τ’ αρχοντικά
Τα αυθαίρετα
Οι παράγκες
Οι «αυλές»
Οι καμαρούλες μια σταλιά 2x3
Οι εργατικές πολυκατοικίες,
που πολλοί τις απορρίπτουν ως αρχιτεκτονικό μπολσεβικισμό
Ακόμα κι’ οι άχαρες
πολυκατοικίες του Καραμανλή του ’60, ιδίως όμως τα δώματα και τα ημιϋπόγεια – οπού το ’80 κατοικούσαν φοιτητές και ποιητές κι’ ίσως παλιότερα διάφορες
σουρλουλούδες
Μ’ αρέσει η περίφημη «μπλε
πολυκατοικία» στα Εξάρχεια
Και τα ξενοδοχεία, αλλ’ όχι
τόσο τα λουξ – με εξαίρεση κάποια ιστορικά, απ’ το Μπάγκειον ως το Grande
Bretagne
Και τα τσαντίρια των γύφτων
Και τα υπαίθρια νοικοκυριά
των μπατιροτουριστών
Και οι καταλήψεις – όλες,
απ’ της Βαλτετσίου του ’81 μέχρι τις σημερινές που φιλοξενούν τους πρόσφυγες κλπ.
Όλα στ’ αλήθεια εξαίσια!
Προσωπικά παντού βολεύομαι –
χαμοκέλα ή σπιταρόνα, τί! καμμία διαφορά
Και ξέρω – θαρρώ – να εκτιμώ μια σπουδαία αρχιτεκτονική,
πιότερο δε ακόμα τη ζωή και το χρώμα που δίνουν στα σπίτια οι ένοικοι
Ξέρω να εκτιμώ την ομορφιά / την πνευματικότητα / την λειτουργικότητα
τις σχέσεις γειτονιάς
Ξέρω να εκτιμώ – καταρχήν – τις πόρτες που μόνο ανοίγουν
για να μπαίνεις
ή να βγαίνεις
με χαρά ωστόσο πάντοτε
– μισώ μόνο τα σπίτια με
χωρίς πόρτα ανοιχτή –.
Δεν μ’ αρέσουν τα σπίτια που
φυλάγονται:
το Μαξίμου,
οι φυλακές και τα στρατόπεδα,
τα εξαμβλωματικά φρούρια των
νεόπλουτων π.χ. στο Ντράφι.
– Πιφφ! Μακρυά! –
Δεξιά γράφει: "Who needs oil"
Αριστερά γράφει: "Everything you do i' m still in love with you".
Πριν λίγα χρόνια τον έδιωξαν οι μπάτσοι γιατί ο δήμαρχος δεν τα 'θελε αυτά (...) Ας μην μιλήσω.
Πριν λίγα χρόνια ξαναδημοσίευσα αυτή τη φωτογραφία.
* Ένας έγραψε "έλα μωρέ γερο χίπης ήτανε"
* Ένας έγραψε "έλα το μαλάκα αλλού έγραφε για τον Χριστό"
* Ένας έγραψε "δεν είναι σωστό το everything έπρεπε να πει anything"
Αυτό το τότε γεγονός και οι (μερικές) αντιδράσεις με έκαναν να κατανοήσω πως υπάρχουν άνθρωποι που αδυνατούν να δουν τη μεγάλη εικόνα, την (εξ επίτηδες) ποίηση του λάθους.
Σήμερα, τώρα, έχω βάλει στο ποτήρι γάλα έως πάνω.Κατάλευκο γάλα.Αρκούν τρεις κόκκοι του καφέ για να γίνει καφέ.
* Ένας έγραψε "έλα μωρέ γερο χίπης ήτανε"
* Ένας έγραψε "έλα το μαλάκα αλλού έγραφε για τον Χριστό"
* Ένας έγραψε "δεν είναι σωστό το everything έπρεπε να πει anything"
Αυτό το τότε γεγονός και οι (μερικές) αντιδράσεις με έκαναν να κατανοήσω πως υπάρχουν άνθρωποι που αδυνατούν να δουν τη μεγάλη εικόνα, την (εξ επίτηδες) ποίηση του λάθους.
Σήμερα, τώρα, έχω βάλει στο ποτήρι γάλα έως πάνω.Κατάλευκο γάλα.Αρκούν τρεις κόκκοι του καφέ για να γίνει καφέ.
Αυτό βέβαια ισχύει και αντίστροφα θέλω να δώσω μια χαρμόσυνη νότα).
Bill Hunchback
Τραγούδι: Βασίλης Νικολαΐδης, Μια πόρτα νεοκλασσικού ρυθμού -
Το τραγούδι μιλάει για το τσαρδί της Μαίρης, δυνατό κομμάτι. Πριν το ακούσω μελοποιημένο, μάλιστα, το είχα διαβάσει ως ποίημα σε ένα φοιτητικό περιοδικό της Σαλονίκης ή ομαδική ποιητική συλλογή, δεν θυμάμαι ακριβώς. Μας το εξήγησε πρόσφατα ο ίδιος αλλά πάλι δεν θυμάμαι γιατί ήμασταν πιωμένοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου