Για ν’ ανάψεις φωτιά πρέπει να ’σαι ή
τρελλός ή ποιητής ή ερωτευμένος. Έτσι ορμήνευε την Μαριάνθη ο πατέρας της,
καθώς ανάβανε το τζάκι. Και της αφηγιότανε σαν καλός μπαμπάς ιστορίες διάφορες απ’ τον καιρό που
υπηρετούσε στην Λεγεώνα των Ξένων...
Είχανε ξεμείνει λέει στην Σαχάρα, – δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή για ποιο λόγο. Κάνει ψοφόκρυο τις νύχτες στην έρημο μα η ανατολή είναι μαγεία σκέτη! Ο ήλιος π’ ανατέλλει είναι πιο μεγάλος κι’ απ’ το κεφάλι του Τσοβόλα ξερωγώ, κατακόκκινος κι’ απίστευτος. Ώρα για καφεδάκι. Φτάνει οι λεβέντες μας να καταφέρουν ν’ ανάψουν φωτιά. Ξυλεία δεν υπάρχει στην έρημο ως γνωστόν. Οι βεδουΐνοι ανάβουν τη φωτιά με τα κουράδια της καμήλας. Αυτοί της Λεγεώνας δεν έχουν καμήλες κι’ αν έχουνε δηλ. είναι από τις καμήλες εκείνες που δεν κάνουν κουράδια, δεν χέζουν ποτέ. Έχουν τζιπ όμως που έχει βενζίνα. Κι’ έρχεται ο Τρελλός λοιπόν, ένας Σπανιόλος, με λίγη βενζίνα απ’ το τζιπ, ανάβει την φωτιά αλλ’ αρπάζει κι’ ατός του, και τρέχουν τώρα σαν τρελλοί όλοι, και ο ποιητής και ο ερωτευμένος (και κάνα-δυο ακόμα άσχετοι) να σβύσουνε τον τρελλό κι’ αυτός τους ξεφεύγει ολοένα ουρλιάζοντας, όλ’ αυτά υπό το μαγευτικό χάραμα στην Σαχάρα...
Είχανε ξεμείνει λέει στην Σαχάρα, – δεν θυμάμαι αυτή τη στιγμή για ποιο λόγο. Κάνει ψοφόκρυο τις νύχτες στην έρημο μα η ανατολή είναι μαγεία σκέτη! Ο ήλιος π’ ανατέλλει είναι πιο μεγάλος κι’ απ’ το κεφάλι του Τσοβόλα ξερωγώ, κατακόκκινος κι’ απίστευτος. Ώρα για καφεδάκι. Φτάνει οι λεβέντες μας να καταφέρουν ν’ ανάψουν φωτιά. Ξυλεία δεν υπάρχει στην έρημο ως γνωστόν. Οι βεδουΐνοι ανάβουν τη φωτιά με τα κουράδια της καμήλας. Αυτοί της Λεγεώνας δεν έχουν καμήλες κι’ αν έχουνε δηλ. είναι από τις καμήλες εκείνες που δεν κάνουν κουράδια, δεν χέζουν ποτέ. Έχουν τζιπ όμως που έχει βενζίνα. Κι’ έρχεται ο Τρελλός λοιπόν, ένας Σπανιόλος, με λίγη βενζίνα απ’ το τζιπ, ανάβει την φωτιά αλλ’ αρπάζει κι’ ατός του, και τρέχουν τώρα σαν τρελλοί όλοι, και ο ποιητής και ο ερωτευμένος (και κάνα-δυο ακόμα άσχετοι) να σβύσουνε τον τρελλό κι’ αυτός τους ξεφεύγει ολοένα ουρλιάζοντας, όλ’ αυτά υπό το μαγευτικό χάραμα στην Σαχάρα...
(...)
Γράφει η Μαριάνθη εδώ και κάνα ενάμιση χρόνο την ιστορία του πατέρα της, βασισμένη σε διάφορα γραπτά ακατάστατα που της άφισε κι’ άλλα στοιχεία που έχει συλλέξει. Του χρόνου πιστεύω θα έχει ολοκληρώσει τη δουλειά. Απ’ αυτά που διαβάζω, δεν ξέρω ακόμα αν πρέπει να το χαρακτηρίσουμε περιπέτεια ή ρομάντζο. Ίδωμεν!
*
Αυτός είναι ο μπάρμπα Ζωρζ, ο Ζωρζ λ’ Ετυντιάν όπως τον έχω βαφτίσει. Στο Μπορντώ νομίζω, σπουδαστής, κάμποσα χρονάκια πριν καταταγεί στην Λεγεώνα για λόγους που αναφέρονται στο βιβλίο της Μαριάνθης... Υπομονή!
Μαρκό τον λεν τότες οι φίλοι του στη Γαλλία.
(Για την ιστορία: Στην Λεγεώνα μετονομάζεται σε Μάρκο Μεσσίνι και δεν τον ξέρει πλέον ούτε η μάνα του ούτε ο γέρος του... Η Μαριάνθη φοράει στο λαιμό αντί για σταυρουδάκι αυτό το μεταλλικό ματζαφλάρι των στρατιωτών, για να ξέρουν ποιος είναι ο σκοτωμένος: Μάρκο Μεσσίνι! Άρα, λογικά και την Μαριάνθη την λένε Μεσσίνι!)
*
Εγώ σκιτσάρω ως εξής τον μπάρμπα Ζωρζ:
– Περίπτωση! –Επί τροχάδην: Πολύ μούτρο, αλλά κι’ ευαίσθητος κάργα, πιοτό, γκόμενες, δουλειές, καζίνα, περιπλανήθηκε στις Ευρώπες και τις Αφρικές, υπηρέτησε στην Λεγεώνα, έκλαιγε με τα τραγούδια της Πιάφ, κάτι κάπου αναφέρει στις άτακτες αναμνήσεις του και για το φιλαράκι του τον Καχτίτση και τις σοφές οδηγίες του περί γκομενών... ωϊμέ! τις οποίες και δεν έλαβε και πολύ ο καλός μας υπ’ όψιν... κι’ είδε το λοιπός τον Χριστό φαντάρο πολλάκις, και πείνασε, κι’ έφαγε, και σκότωσε, και χόρεψε, κι’ αγάπησε, προσπαθώ να μάθω να καταλάβω αν μίσησε κιόλας... Ένας υπέροχος τυχοδιώκτης, ένας άνθρωπος του 20ού αιώνος!
*
Εν τω μεταξύ όλο κι’ ανακαλύπτουμε
ντοκουμέντα διάφορα του εν λόγω μυθιστορηματικού ήρωά μας.
Εσχάτως π.χ. βρήκαμε:
Κάρτες:
Άδεια οδήγησης φορτηγού εκδοθείσα εν
Ντουάλα, Καμερούν
Πρόσκληση σε δείπνο στα πριβέ σαλόνια του
καζίνου του Μόντε Κάρλο
Κάρτα ράφτη υποκαμίσων στην Μασσαλία
Σημείωμα: «Σε δέκα ημέρες αρρεβωνίζομαι», αγνώστου αποστολέως και λεγάμενης
Κι’ άλλες κάρτες:
Κάρτα μέλους στον ΟΚΑ - Όμιλος Κρασοπατέρων Αττικής.
Κάρτα δωρητή αίματος
Κάρτα δωρητή σπέρματος.
Μπροσούρα:
Εγχειρίδιο χρήσης του αυτόματου 9mm του ’49.
Δισκάκια γαλλικά 10 ιντσών:
Πιάφ κλπ.
Φωτογραφίες: κάμποσες.
Έγγραφα:
Απολυτήριο από την Λεγεώνα, με ημερομηνία 30/1/1963, την μέρα δηλ. που γεννιόμουν εγώ!
*
ΥΓ.
Πολύ λυπάμαι που δεν τον πρόλαβα ζωντανό και πραγματικό κι’ ως μυθιστορηματικό και μόνον άνθρωπο τον γνωρίζω, γιατί αν τον γνώριζα ως πραγματικό άνθρωπο μπορεί και να τσακωνόμασταν, είμαι βέβαιος γι’ αυτό, αλλά μ’ αγάπη θα τσακωνόμασταν – γεννήθηκα τη μέρα που απολύθηκε από την Λεγεώνα για να γυρίσει στην πατρίδα κι’ ανάμεσα στις άλλες σκανταλιές του να κάνει την Μαριάνθη!
Τί λέ’ ρε φίλε;!
Μούζικα: αντί μνημοσύνου, ένα κομμάτι που του άρεσε πολύ, Η Γαλέρα. Το πιο αγαπημένο τραγούδι πάντως του μπάρμπα Ζωρζ μας ήταν η Αχάριστη, Τσιτσάνης.
Ιστορίες του μπάρμπα Ζωρζ και αποσπάσματα από το βιβλίο
στο μπλογκ της Μαριάνθης - ετικέττα: Marco Messini
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου